Το ταχίνι είναι ένα υλικό δημοφιλές όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στις χώρες της Μέσης Ανατολής, στη Βόρεια Αφρική και στην Τουρκία. Είναι το άλειμμα που προκύπτει μετά από την πολτοποίηση του σουσαμιού. Πρόκειται για μια υπερτροφή εφόσον δεν περιέχει κορεσμένα λιπαρά, είναι νηστίσιμο και πλούσιο σε σίδηρο, ασβέστιο, φώσφορο και φυτικές ίνες. Έχει άπειρες εφαρμογές στην ελληνική κουζίνα και μολονότι καταναλώνεται όλο το χρόνο, την περίοδο της νηστείας η ζήτηση του εκτοξεύεται καθώς μας καλύπτει σε πρωτεΐνες υψηλής βιολογικής αξίας. Παρά το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος, το ταχίνι φαίνεται πως ήταν γνώριμο στους αρχαίους.
Ο αρχαίος σησαμοπολτός
Σε κείμενα του Ηροδότου υπάρχουν αναφορές για την καλλιέργεια του σησαμιού στη περιοχή του Ευφράτη ώστε να παραχθεί το σησαμέλαιο. Γι’ αυτό και η λέξη ταχίνι προέρχεται από την αραβική tahana που σήμαινε “να αλέσει”. Άλλωστε ο καρπός του σησαμιού ήταν γνωστός για την θρεπτικότητα του στους αρχαίους Έλληνες, μάλιστα ο Ιπποκράτης αναφέρεται συχνά για τον πολτό αυτό και την ιδιαίτερη διαιτητική του αξία. Η φήμη του όμως ξεπερνά τα σύνορα και φτάνει και σε χώρες της Ασίας όπως στην Ιαπωνία, Κίνα, Ινδία. Στην Αμερική κάνει την εμφάνιση του μόλις την δεκαετία του 1940 σε καταστήματα με προϊόντα υγιεινής διατροφής.