Πίσω

Παραδοσιακή γαλατόπιτα: Νόστιμο με ιστορία

Αρχισε να παρασκευάζεται τον 20ο ή τον 19ο αιώνα. Αντιθέτως, έχει τις ρίζες της στην μακρινή αρχαιότητα, καθώς κάνει την εμφάνισή της στην κωμωδία του Αριστοφάνη Πλούτος, που γράφτηκε το 388 π.Χ. και αποτελεί την τελευταία σωζόμενενη κωμωδία του σατυρικού ποιητή. Εκεί γίνεται αναφορά στον ἄμη, ένα γλύκισμα φτιαγμένο από γάλα και αλεύρι. Αν και ο όρος αυτός δεν έχει ξεκάθαρη ετυμολογική προέλευση, εντούτοις για τον Αριστοφάνη προσδιόριζε ένα είδος πλακούντα με γάλα. Ο όρος πλακοῦς, που δήλωνε την πίτα, δεν ήταν μια εφεύρεση του ποιητή, αφού κάνει την εμφάνισή του και σε παλαιότερα κείμενα. Εμμέσως, γνωρίζουμε ότι ο Αίγιμος, ένας ιατρός του 6ου αιώνα, είχε συγγράψει ένα πλακουντοποιικό σύγγραμα, ένα έργο δηλαδή που περιείχε τη συνταγή για την παρασκευή του πλακούντα. Μεταγενέστερος του Αριστοφάνη ήταν ο Αρχέστρατος, ένας ποιητής του 4ου αιώνα, ο οποίος στη Γαστρονομία αναφέρεται σε πλακούντα γεμιστό με μέλι και τυρί. Τέλος, ο Αθήναιος, που έζησε στο πέρασμα από τον 2ο στον 3ο αιώνα μ.Χ., στο έργο του Δειπνοσοφισταί, ένα δεκαπεντάτομο σύγγραμα, κάνει συγκεκριμένη αναφορά στον πλακούντα.

Η ιστορία της γαλατόπιτας φαίνεται πως ξεκινά την εποχή που η οικονομία της Ελλάδος ακόμα βασιζόταν στη κτηνοτροφία και στην αγροτική παράγωγη. Τότε που ο μεγαλύτερος ελληνικός πληθυσμός ζούσε στην ύπαιθρο και κάθε οικογένεια κατείχε από μια φάρμα με ζώα. Το γάλα λοιπόν που παρήγαγαν είτε αγελαδινό είτε κατσικίσιο το χρησιμοποιούσαν για τη παράγωγη γαλακτοκομικών προϊόντων αλλά και μιας ιδιαίτερης πίτας, της γαλατόπιτας. Στα διάφορα μέρη της ηπειρωτικής χώρας έφτιαχναν αυτή τη ξεχωριστή πίτα στις γιορτές, στις Απόκριες, το Πάσχα αλλά και τον Δεκαπενταύγουστο. Συλλέγαν το γάλα και με απλά , ταπεινά υλικά όπως τα αβγά, το αλεύρι ή το σιμιγδάλι έφτιαναν τη γαλατόπιτα. Κάθε τόπος είχε υιοθετήσει τη δική του συνταγή, αλλού τη προτιμούσαν χωρίς φύλλο ενώ αλλού τοποθετούσαν ένα φύλλο για βάση. Για παράδειγμα, στη Θεσσαλία και στην Ήπειρο τη προτιμούσαν ανοιχτή με ένα φύλλο κάτω και μάλιστα απαραιτήτως με χοντρό κόθρο, δηλαδή με το γύρισμα της ζύμης στο ταψί. Μάλιστα στην Ήπειρο διάλεγαν το κατσικίσιο γάλα γιατί δημιουργούσε πιο παχιά και πιο αρωματική κρέμα. Στη Πελοπόννησο πάλι, η γαλόπιτα ή γαλακόπιτα ή πουμέκι, θεωρούνταν παραδοσιακό γλύκισμα και δεν χρησιμοποιούσαν φύλλο ενώ πασπαλιζόταν με ζάχαρη και κανέλα στο τελείωμα.

Δεν είναι ένα γλυκό που παρασκευάζεται σε μία μόνο περιοχή της χώρας μας. Την φτιάχνουν σε κάθε γωνιά της ηπειρωτικής κυρίως Ελλάδας, ενώ δεν υπάρχει μία και μοναδική συνταγή. Υπάρχουν κοινά υλικά, όπως το γάλα, το αλεύρι, τα αυγά και η ζάχαρη( στα αρχαία χρόνια χρησιμοποιούσαν μέλι), υπάρχουν όμως και υλικά τα οποία διαφέρουν από συνταγή σε συνταγή, ανάλογα με την διαθεσιμότητα των ντόπιων προϊόντων ανά περιοχή(στην Πελοπόννησο για παράδειγμα την έφτιαχναν συνήθως χωρίς φύλλο καθώς η καλλιέργεια δημητριακών ήταν περιορισμένη). Παραδοσιακά,  ήταν εποχικό γλυκό και παρασκευαζόταν Απρίλιο με Μάιο, όταν τα γαλακτοφόρα ζώα βρίσκονται σε φάση απογαλακτισμού, οπότε το γάλα είναι άφθονο. Μάλιστα, ήταν προτιμότερο το κατσικίσιο γάλα, καθώς θεωρούνταν πιο αρωματικό.

Σε αυτό το σημείο όμως  πρέπει να γίνει ιδιαίτερη μνεία στη Βλάχικη γαλατόπιτα. Οι βλαχόφωνοι πληθυσμοί μαγείρευαν  τη « πίτα ντι λάπτι» που σήμαινε  πίτα του γάλακτος, ήταν  με φύλλο και κατά κανόνα αλμυρή. Η βλάχικη γαλατόπιτα είχε έναν ιδιαίτερο συμβολισμό στην παράδοση της φυλής, την μαγείρευαν συνήθως την τελευταία μέρα της Αποκριάς και  την ημέρα της  Παναγιάς τον Αύγουστο  για να τιμήσουν με το δικό τους τρόπο τους νεκρούς τους. Έκοβαν και κρατούσαν λοιπόν ένα κομμάτι στο  γιορτινό τραπέζι πριν κάτσουν να γευματίσουν εις μνήμη αυτών που έφυγαν. 

Η γαλατόπιτα λοιπόν από παλιά έως και σήμερα βρίσκεται  πάντα εκεί: στα γιορτινά μας οικογενειακά  τραπέζια, συνοδεύει τον καφέ μας, γίνεται το απογευματινό μας  κολατσιό  και μας δυναμώνει το πρωί. 

Μοιράσου το

Κάτι μαγειρεύεται