Αποτελεί την κυριότερη πηγή λίπους στη Μεσογειακή διατροφή. Οι ευεργετικές του δράσεις για την υγεία του ανθρώπου είναι ανυπολόγιστες και αποδεδειγμένες. Ήδη από την αρχαιότητα ήταν αναπόσπαστο κομμάτι στη διατροφή των Ελλήνων και μάλιστα αναφέρεται ως ο “υγρός χρυσός”.
Οφείλει τα θετικά του οφέλη στα θρεπτικά του συστατικά. Αυτά είναι:
Tα λιπαρά οξέα στα οποία υπάγονται τα μονοακόρεστα (π.χ. ελαϊκό οξύ 63-83%), που συμβάλλουν στη μείωση της «κακής» LDL-χοληστερόλης και στη διατήρηση της φυσιολογικής συγκέντρωσης της «καλής» HDL-χοληστερόλης, και τα πολυακόρεστα λιπαρά (π.χ ω-6 λινελαϊκό 6-8%, ω-3 λινολενικό 0,8%), που χαρακτηρίζονται ως απαραίτητα γιατί δεν συντίθενται από τον ανθρώπινο οργανισμό και μειώνουν την πιθανότητα εμφάνισης καρδιαγγειακών παθήσεων.
Οι λιποδιαλυτές βιταμίνες (Α, D, E, K)
Τοκοφερόλες και φαινόλες που δρουν ως αντιοξειδωτικά συνεισφέροντας στην επιβράδυνση της πορείας γήρανσης του οργανισμού και έχουν αντικαρκινικές ιδιότητες καθώς δεσμεύουν τις ελεύθερες ρίζες που σχηματίζονται κατά τον μεταβολισμό εμποδίζοντας τη καρκινογόνο δράση βλαβερών ενώσεων.
Ελαιοκανθάλη που είναι βιοδραστική ουσία με σημαντικές αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες.
Είναι πλούσιο σε αντιοξειδωτικά. Περιέχει επίσης υδρογονάνθρακες, στερόλες, τερπενικές αλκοόλες, φωσφολιπίδια, χρωστικές και αρωματικές ουσίες.
Οι Θερμίδες του
Μία κουταλιά της σούπας αντιστοιχεί περίπου σε 155 θερμίδες.
Η καθημερινή κατανάλωση της επιτρεπόμενης ποσότητας συμβάλλει:
Στη καλή λειτουργία του πεπτικού συστήματος.
Στην καλύτερη απορρόφηση του ασβεστίου από τον οργανισμό.
Στη διατήρηση της φυσιολογικής αρτηριακής πίεσης.
Στην ανάπτυξη του εγκεφάλου και του νευρικού συστήματος στα βρέφη όταν καταναλώνεται από τη μητέρα κατά τον θηλασμό.
Στη σταδιακή πέψη των υδατανθράκων και το σωστό μεταβολισμό των διαβητικών.
Τέλος, είναι τρόφιμο με υψηλές θερμίδες για αυτό και η κατανάλωσή του πρέπει να γίνεται ελεγχόμενα (1 γραμμάριο ελαιόλαδο αποδίδει 9 θερμίδες).